- οδοντορθωτική
- βλ. οδοντορθωσία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
οδοντορθωσία — και οδοντορθωτική, η κλάδος τής οδοντιατρικής επιστήμης ο οποίος ασχολείται με την αποκατάσταση τών δοντιών στην κανονική τους θέση, αλλ. ορθοδοντική. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀδούς, ὀδόντος + ὀρθώνω] … Dictionary of Greek